Το Δημόσιο χρειάζεται ένα νέο σύστημα αμοιβών με κεντρικό σχεδιασμό, ορθολογικά κριτήρια και σύνδεση με καθήκοντα και αποτελέσματα.
Η άποψή μου είναι ότι αυτό το νέο σύστημα πρέπει να στηρίζεται σε τρεις άξονες: στην γνώση, στην ευθύνη και στο αποτέλεσμα. Η γνώση, όπου υπάρχει στο δημόσιο, πρέπει να αμείβεται και να διαφοροποιεί μισθολογικά όσους την κατέχουν και αυτή πρέπει να είναι η βασική διαφορά με τα μέχρι τώρα ισχύοντα που λειτουργούν σχεδόν ισοπεδωτικά σ΄ αυτό το επίπεδο. Το ανθρώπινο δυναμικό που διαθέτει τα ουσιαστικά και τα τυπικά προσόντα πρέπει να έχει ιδιαίτερη μισθολογική μεταχείριση μέσα στο νέο σύστημα αμοιβών και αυτό είναι βασική προϋπόθεση για την βελτίωση του ανθρώπινου δυναμικού και κατ΄ επέκταση για την βελτίωση της δημόσιας διοίκησης.
Με δεδομένη αυτή τη βασική αρχή και φιλοσοφία ενός νέου συστήματος αμοιβών η πρότασή μου περιλαμβάνει:
– την σύνδεση των αποδοχών με την αποτελεσματικότητα, που πιστεύω ότι συνιστά το βασικό κίνητρο για την βελτίωση της δημόσιας διοίκησης
– την τροποποίηση της βασικής δομής του μισθολογίου με άνοιγμα της ψαλίδας ανάμεσα στις κατηγορίες με διαφορετικά τυπικά προσόντα ΠΕ, ΤΕ, ΔΕ, ΥΕ
– την αύξηση των επιδομάτων που έχουν σχέση με την γνώση και τα επιπλέον τυπικά προσόντα και τα οποία αποτελούν κίνητρο απόκτησης επιπλέον προσόντων. Το δημόσιο πρέπει να ανεβάσει τον πήχη και να επιζητήσει όχι απλούς πτυχιούχους ΑΕΙ και ΤΕΙ -τίτλους που έχουν γίνει ρουτίνας- αλλά κατόχους διδακτορικών, μεταπτυχιακών σπουδών, ξένων γλωσσών κ.τ.λ. όπως γίνεται ήδη στις Τράπεζες και στον ΟΤΕ. Θα έλεγα μάλιστα ότι σήμερα, το δημόσιο πρέπει να υποκινεί με κίνητρα τους υπαλλήλους του στην δια βίου απόκτηση γνώσεων και τυπικών προσόντων.
– στην αύξηση των επιδομάτων ευθύνης. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να αμείβονται τα ουσιαστικά προσόντα, τα οποία προϋποθέτει η θέση ευθύνης και η ικανότητα άσκησης καθηκόντων αυξημένης ευθύνης, η οποία συνδέεται όμως με τα αποτελέσματα. Ειδικά επ΄αυτού πιστεύω ότι τα επιδόματα αυτών που κατέχουν θέσεις ευθύνης πρέπει να αυξηθούν ενώ ταυτόχρονα πρέπει να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα των θέσεων αυτών, να μειωθούν οι θέσεις ευθύνης, γιατί σήμερα υπάρχουν θεσμοθετημένες θέσεις ευθύνης χωρίς αντίκρισμα ή έργο και να υπάρξει μικρότερος αριθμός διευθυντών με μεγαλύτερες αποδοχές και σύνδεση των αποδοχών τους με την επίτευξη στόχων και αποτελεσμάτων προσδιοριζόμενων εκ των προτέρων. Άλλωστε αυτό ισχύει ήδη σε αρκετές χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης (π.χ. συμβόλαια δράσης στην Ιταλία).
Η πολιτική επί των αποδοχών δεν πρέπει να ασκείται μέσα από τα επιδόματα. Τώρα η επιδοματική πολιτική ασκείται αποσπασματικά, χωρίς κεντρικό σχεδιασμό, χωρίς ορθολογικά κριτήρια και χωρίς να υπάρχει η παραμικρή σύνδεση με καθήκοντα ή αποτελέσματα. Και με αυτό εννοώ ότι τα επιδόματα χορηγούνται συνολικά σε δημοσίους υπαλλήλους χωρίς σύνδεση με συνθήκες εργασίας, προσόντα, αποτελέσματα, δίνονται από διάφορες πηγές, συνήθως ειδικούς λογαριασμούς, με αποτέλεσμα να βρίσκονται σε πλεονεκτική θέση όσοι διαθέτουν τέτοιες πηγές έναντι άλλων (π.χ. Υπουργεία ΠΕΧΩΔΕ, Μεταφορών, Οικονομικών, Υ.Π.Α. κ.ά). Κι ακόμη χορηγούνται χωρίς πρόγραμμα και κεντρικό σχεδιασμό υπακούοντας σε πιέσεις ισχυρών ομάδων ή οργανώσεων και δίνονται από διαφορετικά όργανα και με διαφορετικό τρόπο (π.χ. υπουργικές αποφάσεις). Το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: διασπάται η κεντρική πολιτική αμοιβών του Κράτους και η Διοίκηση δεν μπορεί να ασκήσει σωστή πολιτική στο ανθρώπινο δυναμικό.
Όλα αυτά τα θέματα τα εξετάζει η Επιτροπή για το νέο σύστημα αμοιβών των Δημοσίων Υπαλλήλων που αποτελείται από στελέχη του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, του Υπουργείου Οικονομικών, της ΑΔΕΔΥ και ειδικούς εμπειρογνώμονες. Το έργο της Επιτροπής βρίσκεται σε εξέλιξη και γνωρίζω ότι έχει ήδη καταγράψει όλα τα επιδόματα φθάνοντας σε ένα εντυπωσιακό αριθμό.
Η άποψή μου είναι ότι τα επιδόματα πρέπει να επανεξεταστούν εκ του μηδενός και να χορηγούνται από ένα όργανο και ένα φορέα με ενιαία κριτήρια.